Source | Target | Αντίδραση, εναντίωση, μετάπτωση | reaction |
γενική μετατόπιση | gross displacement |
γυαλισμένο μέταλλο | polished metal |
Διαβίβαση, μεταβίβαση, μετάδοση, διάδοση | transmission |
Διαδιδόμενο, μεταδιδόμενο | propagating |
Διάδοση, μετάδοση | propagation |
δικτυωτός μεταλλικός πύργος | lattice steel tower |
εξίσωση μεταφοράς - διάχυσης | advection - diffusion equation |
εξίσωση μεταφοράς μάζας | mass transport equation |
επενδεδυμένη μεταλλική καμινάδα | lined steel chimney |
θερμική μετάδοση | heat transfer |
θεώρημα μεταφοράς του Reynolds | reynolds transport theorem |
ικανότητα ακτινοβολίας, μετά την κατασκευή | resultant emissivity |
καθ' ύψος μεταβολή, κατατομή | profile |
κατά μήκος μετατόπιση | alongwind displacement |
κατάσταση μετά την πυρκαγιά | post-fire situation |
μεταβαλλόμενη ροή | varied flow |
μεταβαλλόμενο ύψος | varying head |
μετάβαση | transition |
μετάβαση από στρωτή σε τυρβώδη ροή | laminar to turbulence transition |
μετάβαση από τυρβώδη σε στρωτή ροή | relaminarization |
μεταβατική ζώνη | transition zone |
Μεταβατικό, πρόσκαιρο, προσωρινό, εφήμερο | transient |
Μεταβιβαστικότηατα | transmissibility |
μεταβλητή | variable |
Μεταβλητή δράση | live load |
μεταβλητή δράση | variable action |
μεταβλητή κατάσταση, προσωρινές καταστάσεις | transient situation |
μεταβλητός | transient |
μεταβλητότητα | variability |
Μεταβολή, παραλλαγή, διακύμανση, απόκλιση | variation |
μετάδοση θερμότητας με συναγωγή | convective heat transfer |
μετάθεση, μετατόπιση | translation |
μεταθετική επιτάχυνση | advective acceleration |
μεταθετική επιτάχυνση, συναγωγική επιτάχυνση | convective acceleration |
μετάκεντρο | metacenter |
Μετακίνηση | displacement |
μεταλλική καμινάδα με επένδυση από τοιχοποιία | brick lined steel chimney |
μετασχηματισμός | transformation |
Μετασχηματισμός, μετατροπή | transformation |
μετατόπιση | displacement |
μετατόπιση, μετάθεση | displacement |
μετατοπισμένο φορτίο | drift load |
μετατροπή | conversion |
μετατροπή | transformation |
Μετατροπή, τροποποίηση | modification |
Μεταφέρω, εμφανίζω, αρκούδα | bear |
μεταφορά | transmission |
Μεταφορά, μετακόμιση | transportation |
μεταφορική ιδιοσυχνότητα | translational natural frequency |
Ορυκτό, ανόργανη ουσία, μετάλλευμα | mineral |
πάχος μετάθεσης (θεωρία οριακού στρώματος) | displacement thickness |
προσδιορισμική μεταβλητή | deterministic variable |
συγκολλητική μεταλλική καμινάδα χωρίς επένδυση | unlined welded steel chimney |
συναγωγή, μεταγωγή | convection |
συνιστώσα θερμικής μετάδοσης με ακτινοβολία | radiative component of heat transfer |
συνιστώσα θερμικής μετάδοσης με μεταγωγή | convective component of heat transfer |
συνιστώσες της μετακινήσεως ενός σημείου | components of the displacement of a point |
συντελεστής μεταβλητότητας, συντελεστής παρέκκλισης | coefficient of variation |
Σχετική μετακίνηση | relative displacement |