Greek to English dictionary of civil engineering terms

Search term or phrase in this TERMinator '. "." . '

Purchase TTMEM.com full membership to search this dictionary
 
 
Share this dictionary/glossary:
 

 
database_of_translation_agencies
 

SourceTarget
ανάντη επιφάνειαan upwind slope
αντικολλητή ξυλεία ακατέργαστης επιφάνειαςraw plywood
αποκόλληση ροής (από στερεά επιφάνεια)flow separation
βάθος επίπλευσηςdepth of flotation
γαλβανισμένη χαλύβδινη επιφάνειαgalvanised steel surface
για ένταση εντός του επιπέδου ροής του ανέμουin-wind response
διαστατικά επιχειρήματαdimensional (analysis) arguments
διαφοροποιημένα επίπεδα αξιοπιστίαςdiferentiated reliability levels
δράση, ενέργεια, επίδρασηaction
ελεύθερη επιφάνειαfree surface
εναλλαγή, εναλλακτική επιλογήalternative
Επαλληλία, τοποθέτηση ακριβώς πάνω, επίθεσηsuperposition
επένδυση, εσωτερική επιφάνειαlining
επί τόπουin situ
επί τόπου διάστρωση, επιτόπου σκυροδέτησηcast in place
επί τόπου σύνδεσηerection on site
επί τόπου τεχνουργίαworkmanship on site
επιβαλλόμενη επιτάχυνσηimposed acceleration
επιβαλλόμενη παραμόρφωσηimposed deformation
επιβαλλόμενο φορτίο, επιβαρυμένο φορτίο, επιβεβλημένο φορτίοimposed load
Επιβάλλωimpose
επιβεβαίωσηconfirming
επίβλεψηsupervision
Επιβράδυνσηdeceleration
Επιδημιολογίαepidemiology
επίδοση, επιτελεστικότητα, λειτουργικότητα, συμπεριφοράperformance
επίδραση κλίμακαςscale effect
Επίδραση, επίπτωση, επακόλουθο, υλοποιώ, πραγματοποιώeffect
επιθεώρησηinspection
Επικάλυψηcover concrete
Επικάλυψη, επικαλύπτω, σκεπάζω, κάλυμμαcover
Επικίνδυνοhazardous
επικλινής πυθμέναςsloping bottom
Επικόμβιο, κομβικόnodal
Επιλύω, εξιχνιάζω, λύνωsolve
επιμέρους συντελεστής, επιμέρους συντελεστής ασφαλείαςpartial factor
επιμήκης κατασκευήelongated structure
Επινόησηconception
Επίπεδη έντασηbiaxial stress
επίπεδη στέγη-δώμαflat roof
Επίπεδοplanar
επίπεδο αναφοράςreference plane
επίπεδο δικτύωμαplane lattice frame
επίπεδο εργασίας, κανόνας της τέχνης, τεχνουργίαworkmanship
Επίπεδο, αροπλάνο, πλάτανοςplane
επίπεδο, όροφοςstorey
Επιπεδότητα των διατομώνplane sections remain plane
επίπλευσηflotation
επίπλωσηfurnishing
επιπτώσεις στρογγυλεύσεωνround off effects
επιρροήinfluence
Επιρροή, επίδραση, επενέργειαinfluence
επίσημα σχόλιαformal comments
επισκευασιμότηταrepairability
επισκευήrepair
επισκεψιμότηταinspectability
επιστρώσειςsurfacing
Επίστρωση, επιφάνεια, επιστρώνω, βγαίνω στην επιφάνειαsurface
επίστρωση, επίχρισμαcoating
επιτάχυνσηacceleration

Want to see more? Purchase TTMEM.com full membership